Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες βρέχει ησυχία (και τα χρώματα μυρίζουν πολύ δυνατά)


   Όταν επιμένεις πεισματικά να παραμένεις σε μια πόλη φάντασμα ενώ οι πλειοψηφίες πιθανώς απόκεινται κάπου λουόμενες ατενίζοντας την χρυσαφί πλευρά του ηλίου ενώ εσύ έχεις να παλέψεις με τους αιχμηρούς καταιγισμούς του, τότε αρχίζεις να αναρωτιέσαι γιατί το μόνιμο λάθος σου είναι το γεγονός ότι επαναλαμβάνεις τα λάθη σου. Διότι αγαπάμε τα σφάλματα καθότι μας προσφέρουν το απαραίτητο δράμα για να κυλήσει η μέρα με ενδιαφέρον, μίζερους ήχους ακορντεόν και μελαγχολικών ματιών στα δείγματα φύσης που μπορεί να σου προσφέρει μια τσιμεντούπολη.  Νιώθεις κάπως βασιλιάς στην έρημο που επέλεξες να αποσυρθείς αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν είσαι μόνος, απλα περπατάς ανάμεσα σε άγνωστα πλάσματα φορώντας κάτι καλογυαλισμένες παρωπίδες και δεν τα βλέπεις. Ούτε εκείνα σε βλέπουν, διότι φοράνε ακριβώς τις ίδιες παρωπίδες, κι όλοι περπατάτε λοξά αποφευγόντας ο ένας τον άλλον σα να περιβάλλεστε όλοι από μια όξινη αύρα που αν διαπεράσεις την ακτίνα της ένα μέρος της ακεραιότητάς σου θα χαθεί ανεπιστρεπτί. Ίσως να δεις λίγη λάμψη από το φώς που χτυπάει τις παρωπίδες των άλλων αλλά σε ενοχλεί τόσο αυτή η αναιδής εισβολή που περπατάς όλο και πιο απροσάρμοστα και όλοι πραγματοποιείτε τον μακάβριο χορό της νεοκλασικής θεωρίας του υπεράνω.
   Σε πιάνει ένας άκρατος ενθουσιασμός, παρ’όλα αυτά, διότι όταν είσαι τόσο μόνος έχεις χώρο, χρόνο και ελευθερία –ποιός είπε ότι η μοναξιά είναι δυσάρεστη; Αυτό που χαλάει τη φήμη αυτής της καλής κυρίας είναι η αποφράδα στιγμή που σταματάς ξαφνικά κρατώντας κάτι που υποτίθεται σου φέρνει χαρά, κοιτάς λίγο τη σκιά σου και αρχίζεις να κλαις επειδή η σκιά σου είναι βαριά, αυτό που κρατάς θα το πετούσες ευχαρίστως αν έπαιρνες πίσω κάτι που δεν είχες ποτέ άλλωστε και δεν αντέχεις αυτό το πράγμα στο οποίο ανήκει αυτή η σκιά –πώς το είπαμε ακριβώς;
   Κάποια στιγμή αρχίζει ο διάλογος αλλά τα όρια δεν γνωρίζουν άλλα όρια και τέλος πάντων βρίσκεις αυτή τη σχέση των ορίων πολύ παράξενη, διότι τη μία θυμίζουν παράλληλες ευθείες και την άλλη τέμνουσες γραμμές που εκτείνονται στο άπειρο και ξανατέμνονται ως δια μαγείας σε ένα απροσδιόριστο σημείο. Πέρα από αυτές τις γραμμές υπάρχουν τα πλάσματα που λέγαμε πριν, φαίνονται τόσο αληθινά που δεν αντιλαμβάνεσαι το ότι προσπαθούν να κρύψουν αυτό που ψάχνουν και δεν το βρήκαν ποτέ όπως κι εσύ. Κάποια από αυτά έχουν λίγο πιο στέρεα υπόσταση αλλά ανά πολύ μικρά χρονικά διαστήματα γίνονται διάφανα, για να περνάνε από μέσα τους τα βέλη που εκσφενδονίζεις από τον φόβο σου μήπως και ανακαλύψεις κάτι άβατο και σε καταπιεί η έξαψη του καινούριου. Κάποια όμως δεν μπορούν να γίνουν διάφανα, αλλά δεν μπορείς να δεις τι θα απογίνουν αν τους τρυπήσει κάποιο βέλος διότι απλά δε σε νοιάζει, ασχολείσαι με τις δικές σου πληγές και ψάχνεις μέ πάθος τον θύτη διότι αυτός κάπως έσπασε την ησυχία σου, αλλά έφυγε μετά κι εσύ έμεινες πίσω θερίζοντας άλλα θύματα. Αλλά μη σε τρομάζουν οι κραυγές τους διότι από μέσα τους σε ευγνωμονούν. Είναι ένας πόλεμος χωρίς νικητές, άλλωστε-
   Σε κάτι που τελείως ειρωνικά μπορούμε να το βαφτίσουμε «τέλος», αποφασίζεις να μοιραστείς αυτές τις θαυμάσιες αμείλικτες εμπειρίες με κάποιους φανταστικούς ενδιαφέροντες, αντί να μάθεις τον ρόλο που εσύ τους ανέθεσες να παίξουν σε ένα δικό σου θεατρικό στο οποίο είσαι κομπάρσος του εαυτού σου. Και κάπου εδώ η ντοστογιεφσκική σου αυτοαναίρεση έχει φτάσει σε αλαζονικά επίπεδα αυτολύπησης και υποκλίνεσαι στο απρόσωπο κοινό σου, μόνο που πριν φτάσεις στα παρασκήνια σκοντάφτεις και πέφτεις αλλά δε σε πειράζει επειδή το χειροκρότημα δε σε αφήνει να δεις μπροστά σου και τα δάκρυα -τα οποία θα έπρεπε να τρέχουν από τα μάτια σου αλλά το αρνήθηκαν για να σου πνίξουν το στήθος- δε σε αφήνουν να ακούσεις.




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αγαπητοτάτο Μπλογκ

Ανασκαφές, Μέρος Έσχατο (Not)

"Salvē!" salutations και τα συναφή.